24 Νοεμβρίου – Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες οργανώσεις της λεγόμενης «αντικαπιταλιστικής αριστεράς» είναι απελπισμένες και ανήμπορες μπροστά στο σταυροδρόμι στο οποίο βρίσκεται σήμερα το εργατικό κίνημα. Αντιμέτωπες με την κρίση στον ΣΥΡΙΖΑ, παγωμένες και απογοητευμένες από τις διασπάσεις και τις πολλαπλές παραιτήσεις, πολλές οργανώσεις στην αριστερά έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν ακόμη και τις αριστερές τους αξιώσεις. Οι αντιδράσεις τους ποικίλλουν, αλλά στην πραγματικότητα αλληλοσυμπληρώνονται: κάποιες έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ του ΠΑΣΟΚ και του νεοφιλελεύθερου ΣΥΡΙΖΑ, άλλες έχουν μείνει να νοσταλγούν τον παλιό λαϊκιστικό ΣΥΡΙΖΑ του Τσίπρα αναλογιζόμενες τι θα μπορούσε να είχε κάνει διαφορετικά, και τέλος υπάρχουν και εκείνες που μπορούν να μιλούν για την «πολιτική ανεξαρτησία» από την αστική τάξη, διατηρώντας παράλληλα την ενότητά τους με τους οπορτουνιστές που τάσσονται με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό που έχουν όλες αυτές κοινό είναι ότι απορρίπτουν τη Μαρξιστική αρχή της πολιτικής ανεξαρτησίας του προλεταριάτου.

Η πιο ωμή έκφραση της συνθηκολόγησης της «αντικαπιταλιστικής αριστεράς» με τις αστικές δυνάμεις προέρχεται από το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα (ΣΕΚ), μια από τις μεγαλύτερες οργανώσεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, που με τη γραμμή «μαύρο στη ΝΔ» κάλεσε ανοιχτά σε στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ στο δεύτερο γύρο των δημοτικών εκλογών, και κατηγόρησε ως σεχταριστή όποιον δεν ψήφισε αυτά τα κόμματα των καταπιεστών (Επίκαιρος ο Λένιν κόντρα στον σεχταρισμό, Εργατική Αλληλεγγύη, Τεύχος 1594). Αυτή η θέση δεν είναι ένας συμβιβασμός που ανεβάζει το επίπεδο της προλεταριακής συνειδητότητας, όπως προσπαθεί να το θέσει το ΣΕΚ, αλλά η υποταγή των εργαζομένων στα συμφέροντα των ταξικών εχθρών τους, τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ! Φυσικά, είναι απολύτως απαραίτητο να παλέψουμε κατά της κυβέρνησης, αλλά αυτό μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τις μεθόδους και τους στόχους της εργατικής τάξης και όχι με την εκλογή ενός άλλου αστικού κόμματος σε τοπικό ή και σε εθνικό επίπεδο. Η στήριξη του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ δεν αποτελεί βήμα προς τα εμπρός στον αγώνα ενάντια στη ΝΔ, αλλά αυτοκτονική παγίδα που καθιστά αδύνατη κάθε σοβαρή και ριζική νίκη των εργατικών μαζών ενάντια στους εκμεταλλευτές τους. Είναι μια απόλυτη προδοσία. Ο Λένιν, που αγωνίστηκε σε όλη του τη ζωή για μια ανεξάρτητη πολιτική του προλεταριακού κόμματος, θα στριφογύριζε στον τάφο του αν ήξερε ότι αυτοί οι οπορτουνιστές χρησιμοποιούν το έργο του, Ο «Αριστερισμός», Παιδική Αρρώστια του Κομμουνισμού, για να δικαιολογήσουν τη συνθηκολόγηση με την αστική τάξη. Αυτό που ξεχνούν οι «αριστεροί» μας, το αναγνωρίζει ακόμα και η αστική τάξη: δεν μπορείς να είσαι με τον Λένιν και ταυτόχρονα με τον Κασσελάκη, τον Τσίπρα και τον Ανδρουλάκη.

Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ προσπάθησε να καλύψει τα νώτα της λέγοντας ότι η επίσημη θέση της για τον δεύτερο γύρο των εκλογών ήταν να μην ψηφίσει ΣΥΡΙΖΑ ή ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο, αυτό δείχνει ακόμα πιο ξεκάθαρα πόσο σάπια είναι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ, η οποία λειτουργεί ως «ομπρέλα» για διάφορες οργανώσεις για να καλύψουν τις χωρίς αρχές θέσεις τους και το χωρίς αρχές πολιτικό τους μπλοκ. Το ΝΑΡ, μια από τις πιο σημαντικές οργανώσεις στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ, μπορεί να λέει ότι «Η επαναστατική αριστερά δεν θα γίνει αιμοδότης -“χωρίς αυταπάτες”- του αστικού διπολισμού· δουλειά της είναι να πρωτοστατήσει σε ένα ανατρεπτικό εργατικό και λαϊ­κό κίνημα σε αντίθεση με το σύνολο της αστικής πολιτικής» («Ο λαός δεν ξεχνά τι σημαίνει αντιδεξιά παγίδα», Πριν 21/10/23), αλλά δεν έχει κανένα πρόβλημα να διατηρήσει την ενότητά του με το ΣΕΚ και, μέσω του ΣΕΚ, με την αστική τάξη. Αυτό συμβαίνει ακριβώς επειδή μοιράζονται το ίδιο θεμελιώδες πρόγραμμα. Ας μην ξεχνάμε ότι το 2015 το ΝΑΡ ισχυριζόταν περήφανα ότι η νίκη του ΣΥΡΙΖΑ «Εκφράζει την ελπίδα για μια πολιτική με φιλολαϊκό προσανατολισμό» και ότι είχε «ιδιαίτερη σημασία» πως ο λαός «μαύρισε ΝΔ και ΠΑΣΟΚ» (Απόφαση Π.Ε. ΝΑΡ, 31/1/2015). Επιπλέον, όπως αποδεικνύουμε στο πρωτοσέλιδό μας, η ΑΝΤΑΡΣΥΑ πιστεύει ακόμα και σήμερα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ το 2015 θα μπορούσε να είχε ακολουθήσει μια διαφορετική πορεία αν είχε στηριχθεί περισσότερο στις μάζες. Έτσι, τα παραμύθια του ΝΑΡ και άλλων στην ΑΝΤΑΡΣΥΑ για την «πολιτική ανεξαρτησία της αντικαπιταλιστικής αριστεράς» αποκαλύπτονται ως απόλυτο ψέμα. Είναι γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο που το ΝΑΡ και οι σύμμαχοί του δεν μπορούν να προσφέρουν καμία εναλλακτική λύση στη σημερινή κατάσταση, παρά μόνο αφηρημένες φράσεις για να οικοδομήσουν ένα «ανατρεπτικό εργατικό και λαϊκό κίνημα».

Κατά τη διάρκεια των εθνικών και δημοτικών εκλογών αυτό που ήταν απαραίτητο ήταν μια ταξική εναντίωση κατά της κυβέρνησης της ΝΔ. Το σημείο εκκίνησης ήταν η υπεράσπιση της ταξικής γραμμής που υπήρχε μεταξύ του ΚΚΕ, ενός εργατικού κόμματος, και των κομμάτων της αστικής τάξης. Για τους εργάτες, και για όποιον ισχυρίζεται ότι είναι κομμουνιστής, ήταν ζωτικής σημασίας να ξεκινήσουν παίρνοντας το μέρος της εργατικής τάξης, αντιτιθέμενοι στην κυβέρνηση και σε όλα τα καπιταλιστικά κόμματα και ψηφίζοντας το ΚΚΕ, όπως και κάναμε. Το ΣΕΚ, για να δικαιολογήσει το γεγονός ότι βρίσκεται στο κρεβάτι με τον εχθρό, προσπαθεί να κάνει τους εργαζόμενους να πιστέψουν ότι δεν έχει καμία διαφορά να ψηφίσουν ΚΚΕ ή ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, γράφοντας ότι:

«Γι’ αυτό αποδείχθηκε πολύ σωστό το κάλεσμα του ΣΕΚ για “μαύρο στη ΝΔ” και εκλογική στήριξη, χωρίς αυταπάτες, στο δεύτερο γύρο, στους υποψήφιους της Λαϊκής Συσπείρωσης αλλά και σε όλους τους αντιδεξιούς υποψήφιους».

— Εργατική Αλληλεγγύη, τεύχος 1594

Με αυτό, σκοπεύουν να σβήσουν την ταξική γραμμή που υπήρχε στις εκλογές και να αθωώσουν τους εαυτούς τους που την πέρασαν. Αυτό που απλά δεν μπορεί να «καταλάβει» το ΣΕΚ είναι ότι για να πάρει κανείς το μέρος της εργατικής τάξης, πρέπει πρώτα απ’ όλα να αντιταχθεί στην αστική τάξη. Με αυτή την έννοια, το ΚΚΕ είχε απόλυτο δίκιο όταν επισήμανε πόσο σάπια ήταν η στήριξη μέρους της ΑΝΤΑΡΣΥΑ στον Χάρη Δούκα, υποψήφιο του ΠΑΣΟΚ που υποστηρίχτηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας.

Για τους επαναστάτες, η ψήφος στο ΚΚΕ, τιμώντας την ταξική γραμμή, ήταν μια αναγκαία προϋπόθεση αλλά ήταν μόνο ένα πρώτο βήμα. Ο στόχος είναι να παλέψουμε για μια νέα ηγεσία του εργατικού κινήματος που να ανταποκρίνεται στα άμεσα και ιστορικά καθήκοντα του προλεταριάτου, δείχνοντας σε κάθε βήμα του αγώνα πώς το πρόγραμμα του ΚΚΕ αποτελεί εμπόδιο για την κοινωνική και εθνική χειραφέτηση των εργαζομένων. Για να σφυρηλατηθεί ένα διεθνιστικό επαναστατικό κόμμα της εργατικής τάξης, καθήκον των κομμουνιστών είναι να παλέψουμε για να διασπάσουμε τη βάση του ΚΚΕ από τη ρεφορμιστική ηγεσία του κάτω από το πραγματικό Τροτσκιστικό πρόγραμμα της Διαρκούς Επανάστασης, δηλαδή της προλεταριακής ηγεμονίας του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα (βλ. το άρθρο Στην Υπεράσπιση της Διαρκούς Επανάστασης). Αντ΄ αυτού, η αριστερά απορρίπτει αυτό το στρατηγικό καθήκον και στέκεται εμπόδιο στο να κερδηθούν οι εργαζόμενοι του ΚΚΕ σε μια κομμουνιστική προοπτική, επειδή επιδιώκει να τους υποτάξει στους εκμεταλλευτές τους.